Η Ελλάδα, όπως και οι υπόλοιπες χώρες της Μεσογείου, αντιμετωπίζει μέγα πρόβλημα ερημοποίησης, με τα νησιά του Αιγαίου να συγκαταλέγονται μεταξύ των περιοχών υψηλού κινδύνου. Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, συγκεκριμένα η μείωση του ποσού και της διάρκειας βροχόπτωσης, η αύξηση της θερμοκρασίας, όπως και η περαιτέρω επιδείνωση ακραίων καιρικών φαινομένων, είναι όχι μόνον αισθητές, αλλά και επιστημονικά τεκμηριωμένες, αποτελώντας απειλή για τα νησιωτικά οικοσυστήματα. Με βάση τις προβλέψεις των κλιματικών μοντέλων, η καλοκαιρινή ξηρασία αναμένεται να αυξηθεί, οδηγώντας σε επιμήκυνση των περιόδων ανομβρίας, σε αύξηση της συχνότητας εμφάνισης και της έντασης των δασικών πυρκαγιών, και σε πιέσεις στα υδατικά αποθέματα περιοχών με ήδη αυξημένη ευπάθεια. Παράλληλα, αναμένεται να γίνουν εντονότερες και συχνότερες οι ραγδαίες βροχοπτώσεις και οι ξαφνικές πλημμύρες.
Ιδιαίτερο πρόβλημα αναμένεται να αντιμετωπίσουν περιοχές με έντονο ανάγλυφο και χαμηλή φυτοκάλυψη, όπως συνήθως συμβαίνει στα νησιά του Αιγαίου. Οι επιπτώσεις των συγκεκριμένων αλλαγών αναμένεται να επηρεάσουν ιδιαίτερα την βιοποικιλότητα, την σύνθεση και λειτουργία των οικοσυστημάτων, τα εδάφη, τους υδάτινους πόρους, το νησιωτικό τοπίο, και, κατά συνέπεια, τις παραγωγικές και οικονομικές δραστηριότητες, όπως η γεωργία και ο τουρισμός.
Ειδικότερα δυσοίωνες είναι οι προβλέψεις για τα νησιωτικά οικοσυστήματα, όπου η κλιματική αλλαγή αναμένεται να οξύνει περαιτέρω τα περιβαλλοντικά προβλήματα που έχουν προκύψει από την εγκατάλειψη των παραδοσιακών χρήσεων γης (π.χ. καλλιέργεια σε αναβαθμίδες), όπως το πρόβλημα της εδαφικής διάβρωσης και απώλειας γόνιμων εδαφών, καθώς και εκείνο της ευφλεκτότητας των δασών και κινδύνου πυρκαγιάς. Αρνητικές επιδράσεις θα υπάρξουν και στο νησιωτικό φυσικό περιβάλλον, με αύξηση της ευπάθειας των οικοσυστημάτων και μείωση της αφθονίας των ειδών και της βιοποικιλότητας.
Πέραν των παραπάνω, είναι βέβαιο ότι, τηρουμένης της τρέχουσας κατάστασης, η εναπομείνασα αγροτική δραστηριότητα και γεωργική παραγωγή, όση δηλαδή έχει επιβιώσει της εγκατάλειψης που επέφερε η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου των νησιών, θα επηρεαστεί ακόμη περισσότερο επί τα χείρω, καθώς η ποσότητα και ποιότητα των γεωργικών προϊόντων εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις εδαφοκλιματικές συνθήκες. Έχει άλλωστε τεκμηριωθεί ότι ο τομέας που αναμένεται να πληγεί περισσότερο από την κλιματική αλλαγή στην Ελλάδα είναι η γεωργία (Καραμάνος & Βολουδάκης 2011).
Βιβλιογραφία
Καραμάνος Α., Βολουδάκης Δ. (2011). Η επίδραση της κλιματικής μεταβολής στη γεωργία και τα γεωργικά εδάφη. Επιτροπή Μελέτης Επιπτώσεων Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ), Τράπεζα της Ελλάδος – Ευρωσύστημα.
Στο πλαίσιο του έργου έχει εγκατασταθεί από το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών ένας κεντρικός αυτόματος ακτινο-μετεωρολογικός σταθμός στο Μουστάκειο Ίδρυμα (Κόρθι) στην Άνδρο. Στον σταθμό αυτόν πραγματοποιούνται καταγραφές κάθε λεπτό, για μια σειρά μετεωρολογικών παραμέτρων όπως η θερμοκρασία, η ταχύτητα και η διεύθυνση του πνέοντος ανέμου, καθώς και ο συνολικός υετός. Ο σταθμός συνδέεται μέσω διαδικτύου, αποστέλλοντας τα δεδομένα που συλλέγει ανά 30 λεπτά στη σχετική ιστοσελίδα, η οποία με τη σειρά της ανανεώνεται αυτόματα. Η ιστοσελίδα με το σύνολο των συλλεχθέντων δεδομένων είναι προσβάσιμη σε όλους εδώ.
Το έργο υλοποιείται με την οικονομική υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.